Τα περισσότερα ζευγάρια, κυρίως στα αστικά κέντρα, βρίσκονται ελάχιστα μέσα στην ημέρα και πιθανόν αυτή η κατάσταση την οποία βιώσαμε και βιώνουμε όλοι τον τελευταίο χρόνο μέσα στο σπίτι, να δημιούργησε πολλά, διαφορετικά, ανάμεικτα συναισθήματα ή συναισθήματα και φόβους τους οποίους τους είχαμε κρύψει καλά μέσα μας και αποφεύγαμε να τους αντιμετωπίσουμε.
Με το να αποσυνδεόμαστε όμως για κάποιες ώρες από τον κόσμο, συνδεόμαστε με την εσωτερική πηγή σοφίας. Είναι ένα ταξίδι στην σχέση μας και στον εαυτό μας, που πιθανόν όμως τρομάζει όσους δεν το έκαναν ποτέ.
Πόσο εύκολο όμως και ανώδυνο συναισθηματικά είναι όταν καλούμαστε να αποσυνδεθούμε όχι μόνο για κάποιες ώρες αλλά για αρκετές ημέρες με τον κόσμο και την καθημερινότητα μας και ερχόμαστε αντιμέτωποι όχι μόνο με τον δικό μας εσωτερικό κόσμο αλλά και με τον εσωτερικό κόσμο του συντρόφου μας και κατ’επέκταση με την ποιότητα της σχέσης μας;
Αυτονόητο λοιπόν. Μήπως όλοι να αναρωτηθούμε τι θεωρούμε αυτονόητο στην συντροφική μας σχέση;
Σε αρκετά ζευγάρια η θλίψη, η απογοήτευση και η απομάκρυνση του ζευγαριού κυριαρχούν με όλα εκείνα που θεωρούν αυτονόητα τα οποία θα οδηγήσουν είτε σε μια μη ικανοποιητική συζυγική σχέση είτε σε ένα χωρισμό.
Πολλές φορές στα ζευγάρια ειδικά σε αυτά που έχουν κάνει οικογένεια είτε έχουν μακροχρόνια σχέση , θεωρείται ως αυτονόητο πως αυτός που θα έχει επιστρέψει πρώτος στο σπίτι θα έχει ολοκληρώσει με τη μελέτη των παιδιών, θεωρείται αυτονόητο να μην έχουν διάθεση για να συζητήσουν μεταξύ τους για το πώς ήταν η ημέρα τους, θεωρείται αυτονόητο επίσης ακόμα και εάν κάποιος από τους δύο δεν είχε ευχάριστη ημέρα – ο άλλος να το μαντέψει και να δείξει ενδιαφέρον χωρίς να το γνωρίζει , θεωρείται αυτονόητο να είναι συνεχώς κουρασμένοι για να κανονίσουν μια έξοδο για τους δυο τους, θεωρείται αυτονόητο να μην αντέχει ο ένας να περιμένει τον άλλον να γευματίσουν μαζί, θεωρείται αυτονόητο να μην κάνουν εκπλήξεις-δώρα ο ένας στον άλλον όπως στην αρχή της σχέσης τους, θεωρείται αυτονόητο να μην κάνουν τόσο συχνά έρωτα όπως στην αρχή της σχέσης τους καθώς είναι και αυτονόητο πως θα καθίσουν ξεχωριστά σε ένα καναπέ να δουν τηλεόραση ή να ασχοληθούν με το κινητό τους.
Πόσα ζευγάρια θεωρούν όλα τα παραπάνω αυτονόητα και δεν συζητούν για αυτά αλλά θυμώνουν και πληγώνονται;
Συνήθως καθένας τους θεωρεί ως παράλογα τα αυτονόητα του άλλου και απόλυτα δικαιολογημένα τα δικά του χωρίς όμως να τα συζητήσει μαζί του διότι θεωρεί αυτονόητο ότι θα έπρεπε ο άλλος να τα κατανοεί.
Μήπως κάτι τέτοιο όμως είναι παράλογο; Πως μπορούμε να κατανοήσουμε κάτι το οποίο δεν γνωρίζουμε; Πόσο σίγουροι είμαστε ότι αντιλαμβανόμαστε ακριβώς τι θέλει να μας δείξει ο σύντροφος μας; Ποια είναι τα συναισθήματα του; Ποια είναι τα κίνητρα του; Ποιοι είναι οι φόβοι του; Και πόσο σίγουροι είμαστε για τους ίδιους μας τους εαυτούς πως την στιγμή που θυμώνουμε και πληγωνόμαστε ευθύνεται ο σύντροφος μας και όχι εμείς ως πληγωμένα παιδιά; Τις περισσότερες φορές ακούμε μέσα από τα βιώματα μας κι είναι αυτό που στενεύει τους ορίζοντες και δυσχεραίνει το άνοιγμα στην καινούργια, μοναδική πραγματικότητα του άλλου.
Το παιδί που έχει βιώσει την απόρριψη θα κλειστεί, θα νιώσει ματαίωση και απογοήτευση και πιθανώς την επόμενη φορά να είναι περισσότερο επιφυλακτικό ή επιθετικό, στάση η οποία μπορεί να οδηγήσει τελικά στην απόρριψη του από τους άλλους, άρα στην επαλήθευση του αρχικού βιώματος : «Οι άλλοι πάντοτε με απορρίπτουν». Αντίστοιχα το ίδιο πράττουν και ως ενήλικες στις σχέσεις τους.
Τα περισσότερα ζευγάρια επίσης θυμώνουν και απαντούν σε κάτι που δεν έχει πει ο σύντροφος τους. Δεν έχουν ακούσει το τι πραγματικά είπε ο σύντροφος τους. Όλοι μας έχουμε πει και αντίστοιχα μας έχουν πει : “μα δεν σου έλεγα αυτό, δεν με ακούς”. Τις περισσότερες φορές τα ζευγάρια “συζητάνε” κάνοντας μονόλογο και δεν συζητάνε ώστε να υπάρξει διάλογος . Με αυτό τον τρόπο έχουν την ψευδαίσθηση πως έχουν συζητήσει πολλές φορές αυτά που τους απασχολούν ωστόσο δεν υπήρξε κάποια αλλαγή, απογοητεύονται και δεν το ξαναπροσπαθούν.
Η τέχνη της επικοινωνίας μαθαίνεται συνεχώς. Η επικοινωνία των συντρόφων αφορά δυο συμβαλλόμενα μέρη. Ο εαυτός μας είναι το ένα. Πώς να σχετισθούμε, όταν ο εαυτός μας παραμένει άγνωστος, μακρινός ή κρύβεται πίσω από μάσκες; Η αναγνώριση των προσωπείων μέσα από την αυτογνωσία επιτρέπει την ανάδειξη του αυθεντικού εαυτού.
Ποιο είναι το κλειδί για όλα αυτά τα αυτονόητα;
Το κλειδί για όλα αυτά τα αυτονόητα είναι η επικοινωνία και η βάση της επικοινωνίας είναι η αγάπη και ταυτόχρονα αποτελεί το σημαντικό ζητούμενο στη ζωή των συντρόφων. Η αγάπη καταγράφεται ως το μέτρο με το οποίο θα συντελέσει η συντροφική σχέση.
Να ξεκινούσαμε λοιπόν ένα διάλογο όχι για όλα αυτά τα αυτονόητα που μας θυμώνουν αλλά για αυτή την αυτονόητη αγάπη; Έχουμε αναρωτηθεί πότε ήταν η τελευταία φορά που είπαμε στον σύντροφο μας για ποιους λόγους τον αγαπάμε; Έχουμε συζητήσει αυτά τα μικρά καθημερινά που αγαπάμε στον άλλον; Έχουμε αναφερθεί σε όλα αυτά για τα οποία για εμάς είναι ιδιαίτερος/η ή γιατί τον είχαμε επιλέξει στην αρχή της σχέσης μας; όλα αυτά που θαυμάζουμε; όλα αυτά μου είναι συμβατά με την δική μας ψυχή; Γιατί με ποιον αναζητάμε να κάνουμε σχέση; Με αυτόν ο οποίος είναι ο συμβατός δότης μας , ο συμβατός δότης της ψυχής μας.
Μήπως είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε, να γνωρίσουμε και να μιλήσουμε στο σύντροφο μας για το πληγωμένο παιδί που είμαστε τις στιγμές που θυμώνουμε και το θεωρεί αυτονόητο;
Η δύναμη του λόγου είναι τεράστια.
«Ο λόγος, η γλώσσα, η φωνή, αντίδοτα στο θάνατο και στη δυστυχία»,
επιμένει ο ποιητής.
Συγγραφή : Ελένη Παπαμικρουλέα , Ψυχοθεραπεύτρια, Θεραπεύτρια Οικογένειας – Ζεύγους, Κλινική Κοινωνική Λειτουργός MSc , Εμψυχώτρια Ομάδων